Στον απόηχο του εκλογικού αποτελέσματος των
πρόσφατων Ευρωεκλογών, ο
ανασχηματισμός-οπερέτα, με στόχο τη συνέχιση της ίδιας άγριας μνημονιακής πολιτικής, έφερε στο υπουργείο Παιδείας τον Ανδρέα Λοβέρδο.
Η πρώτη
παράγραφος του σημειώματος αυτού ασφαλώς και αποτελεί την ουσία της εναλλαγής των προσώπων στο κυβερνητικό σχήμα
και ιδιαίτερα στο υπουργείο Παιδείας. Το
πετσόκομμα των δημοσίων δαπανών για τα κοινωνικά αγαθά, μεταξύ των οποίων
συμπεριλαμβάνεται και αυτό της Παιδείας, είναι στον πυρήνα της διαδικασίας
της συνεχούς κινεζοποίησης της εργαζόμενης κοινωνίας, όπως ακριβώς και η ένταση
του αυταρχισμού και των κατασταλτικών μέτρων, ως απαραίτητων συνοδευτικών αυτής
(της κινεζοποίησης).
Γι’ αυτό και η
σταθερή απαξίωση και η εγκατάλειψη της
δημόσιας εκπαίδευσης, η συρρίκνωσή της, η ενίσχυση των ταξικών φραγμών, με
σκοπό να ανατραπεί η ελληνική «ιδιαιτερότητα» να αναζητά μαζικά η εργαζόμενη
κοινωνία πανεπιστημιακή μόρφωση για τα παιδιά της, θα συνεχιστούν με τους
ίδιους αμείωτους ρυθμούς.
Κοντολογίς, θα συνεχιστούν οι μειώσεις των δαπανών για
τη δημόσια εκπαίδευση, οι συγχωνεύσεις-καταργήσεις σχολείων, η πολιτική της
αδιοριστίας, των ελαστικών σχέσεων εργασίας και των χιλιάδων κενών, οι
ατέλειωτοι εξεταστικοί μαραθώνιοι των μαθητών, η ιδιωτικοποίηση των
δημόσιων Πανεπιστημίων και η μετατροπή τους σε ανώνυμες επιχειρήσεις, οι
καταργήσεις ειδικοτήτων και τομέων, ώστε να προκύπτουν «διαθέσιμοι» και η
προσπάθεια επιβολής της αξιολόγησης, ως νομιμοποιητικού παράγοντα των
διαθεσιμοτήτων και των απολύσεων.
Η εναλλαγή, λοιπόν, προσώπων στον υπουργικό θώκο καμιά ουσιαστική σημασία δεν έχει,
γιατί την πολιτική δεν την καθορίζουν τα πρόσωπα ατομικά, αλλά την υποδεικνύουν
και την επιβάλλουν το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο (με έμφαση στην τρόικα), που
προσπαθούν να διαχειριστούν την κρίση προς όφελός τους. Από αυτή την άποψη, όλα τα υπουργεία και στην περίπτωσή μας
αυτό της Παιδείας, που έχει να κάνει με ένα κοινωνικό αγαθό και
διαχειρίζεται μεγάλο όγκο προσωπικού, είναι «μνημονιακά» υπουργεία.
Οι υπουργοί,
δηλαδή, ειδικά στις μέρες μας, είναι
κυρίως αναλώσιμοι και το προσωπικό στιλ του καθενός ελάχιστα παρεμβαίνει
στις αποφάσεις και την υλοποίησή τους. Με λίγα λόγια, η συγκρουσιακή επιθετική
συμπεριφορά και η αυταρχικότητα καθορίζονται
εν πολλοίς από την αγριότητα και την απαιτητικότητα των μέτρων που καλούνται να
υλοποιήσουν.
Περνώντας από τη Διαμαντοπούλου στον Αρβανιτόπουλο, για να αναφερθούμε μόνο
στα χρόνια των Μνημονίων, η δημόσια εκπαίδευση δεινοπάθησε (για να μην
αναφερθούμε στις θητείες της Γιαννάκου,
του Σπηλιωτόπουλου, του Ευθυμίου, του Αρσένη, κ.λπ., που παρότι πέρασαν από το υπουργείο Παιδείας σε
καιρούς προ της οξύτατης οικονομικής κρίσης, άφησαν πικρή γεύση και έκαναν
έργο, που λειτούργησε ως προπομπός των
σαρωτικών αλλαγών που επιχειρούνται τώρα). Και τώρα, με τον Λοβέρδο, είναι σίγουρο πως η δημόσια
εκπαίδευση χαΐρι δεν θα δει.
Ας θυμηθούμε λιγάκι την πολιτική ιστορία του
στις μνημονιακές κυβερνήσεις.
Ο Ανδρέας Λοβέρδος υπήρξε φανατικός
υπερασπιστής των Μνημονίων και στην προπαγάνδα αποδοχής τους από τον
ελληνικό λαό, υιοθέτησε μια τρομοκρατική στρατηγική («Αν τους πετάξουμε έξω από
τη χώρα, τότε η χώρα θα πτωχεύσει»). Ήταν υπουργός
«ειδικών αποστολών» και αυτό το απέδειξε περίτρανα περνώντας διαδοχικά από το υπουργείο Εργασίας στο υπουργείο Υγείας, για
να ξεπατώσει αντίστοιχα τις εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό και στη
συνέχεια ό,τι είχε απομείνει όρθιο από το Εθνικό
Σύστημα Υγείας.
Με δημόσιες
δηλώσεις του, αλλά και πράξεις του, καλλιεργούσε
σκόπιμα το ρατσισμό και την ξενοφοβία. Στη μεγάλη απεργία πείνας των 300
μεταναστών (Απρίλιος του 2012), προκειμένου να ξεσηκώσει τα ρατσιστικά,
ξενοφοβικά αισθήματα μιας βαθιά απογοητευμένης από τα απανωτά χτυπήματα
κοινωνίας και να πετύχει την ενεργοποίηση του αντιδραστικού «κοινωνικού
αυτοματισμού», ώστε να χτυπηθεί η απεργία που βάδιζε ως τότε ακλόνητη, δήλωσε
από τηλεοράσεως ότι οι «λαθρομετανάστες»
της Υπατίας αποτελούν «υγειονομική βόμβα» στα θεμέλια της Αθήνας.
Λίγο αργότερα,
τον Μάιο του 2012, διαπόμπευσε από τα
τηλεπαράθυρα, δημοσιεύοντας τις φωτογραφίες τους, τις οροθετικές γυναίκες. Την
επαίσχυντη πράξη του συνόδευσε με σχόλια για «απασφαλισμένη υγειονομική βόμβα»
και για την «ανάγκη να απελαθούν οι ιερόδουλες φορείς του AIDS, προκειμένου να
πάψουν να συνιστούν απειλή για την ελληνική οικογένεια».
Τον Αύγουστο του 2012 καταψήφισε στη Βουλή
τις ρυθμίσεις του Αρβανιτόπουλου, που τροποποιούσαν το νόμο-πλαίσιο
4009/2011 για τα Πανεπιστήμια της Διαμαντοπούλου. Θυμίζουμε ότι ο
Αρβανιτόπουλος εισήγαγε επουσιώδεις
αλλαγές, που άφηναν ανέπαφο τον πυρήνα του νόμου της Διαμαντοπούλου, που
οδηγεί το Πανεπιστήμιο να λειτουργεί με επιχειρηματικά κριτήρια, βάζει
ταφόπλακα στον δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα του και κατεδαφίζει ουσιαστικά τις
συνταγματικές επιταγές (άρθρο 16 του Συντάγματος) της ελευθερίας στην έρευνα
και τη διδασκαλία, της πλήρους αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ και του δικαιώματός τους
στην απρόσκοπτη κρατική χρηματοδότηση (στο βαθμό που αυτές εκφράζονται και
υλοποιούνται στο πλαίσιο του καπιταλισμού), με την ελπίδα αυτός να γίνει
αποδεχτός από την πανεπιστημιακή κοινότητα και ειδικά από τις πρυτανικές αρχές
και τελικά να εφαρμοστεί. Ο Λοβέρδος
χρέωσε τον Αρβανιτόπουλο για «ευκαμψία στα κατεστημένα» (εννοώντας προφανώς
τους πρυτάνεις), του έκανε δηλαδή
επίθεση από τα δεξιά!
Και στη συνέχεια,
το Μάρτιο του 2013, δίνοντας τα διαπιστευτήριά του στο κεφάλαιο και την τρόικα,
υπερψήφισε τη δραματική συρρίκνωση της
τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, με το κακόφημο «σχέδιο Αθηνά».
Για να μην
υπάρξει δε η παραμικρή αμφιβολία για το
έργο που θα συνεχίσει στο υπουργείο Παιδείας ο Λοβέρδος, παραθέτουμε τα όσα
διαδραματίστηκαν κατά την τελετή παράδοσης και παραλαβής:
Ο αποπεμφθείς
Αρβανιτόπουλος, καταρχήν ευλόγησε τα γένια του, υπογραμμίζοντας ότι
πραγματοποίησε έργο μεγάλο, το οποίο ήταν και είναι διακαής πόθος του αστισμού
γι’ αυτό και χρειάστηκε να «συγκρουσθεί». Έκανε ιδιαίτερη αναφορά στην επιτυχία
του να εφαρμοστεί ο «ανεφάρμοστος» νόμος για τα ΑΕΙ, στην αξιολόγηση των
εκπαιδευτικών, τον «εξορθολογισμό» του ακαδημαϊκού χάρτη με το σχέδιο «Αθηνά»,
την εισαγωγή εξετάσεων στα πρότυπα σχολεία, την τράπεζα θεμάτων που, όπως
σημείωσε, «είχε κακοποιηθεί από την αριστερή προπαγάνδα» και τον θεσμό της
μαθητείας. Σημείωσε ότι εκκρεμούν τρία νομοσχέδια και ολοκλήρωσε με την
υπογράμμιση της αρχής που σέβονται όλοι οι διαχειριστές του συστήματος: «η νέα
ηγεσία πρέπει να συνεχίσει στα ίδια βήματα».
Παίρνοντας τη
σκυτάλη ο Λοβέρδος, μιλώντας εκ μέρους και των υφυπουργών, ζήτησε να ενημερωθεί
με κάθε λεπτομέρεια από τον προκάτοχό του γι’ αυτά που έχει κάνει κατά την
υπουργική του θητεία στο Παιδείας και ειδικά για τις «εκκρεμότητες»,
υπογραμμίζοντας ότι αποδέχεται χωρίς
αντιρρήσεις τη συνέχεια στη διαχείριση του κυβερνητικού έργου: «Θέλω να μάθω με κάθε λεπτομέρεια αυτά που
έχετε κάνει και πάνω απ’ όλα τις εκκρεμότητες, γιατί όπως είπες η διοίκηση
πρέπει να είναι συνεχής».
Και έδωσε το
στίγμα της πολιτικής του λέγοντας: «Οι
περιστάσεις δεν επιτρέπουν ερασιτεχνισμούς και πειραματισμούς». Δηλαδή, θα συνεχίσουμε στο ίδιο μοτίβο, που είναι
και δοκιμασμένο, πλην, όμως, διανθισμένο με ολίγη από «διάλογο», για να
παραπλανούμε τους αφελείς. Τούτο
σημαίνει η δήλωση «θέλω να καθησυχάσω κάθε μαθητή, κάθε γονιό ότι δεν θα τους
αναστατώσουμε σε κανένα θέμα. Ο,τι γίνει θα γίνει έπειτα από διάλογο».
- Αναδημοσίευση από την "Κόντρα"